Χωρίς…”ΑΝΑΙΣΘΗΤΙΚΟ” : L ‘AFFAIRE DUBOIS – Υπόθεση Ντυμπουά

ΤΟΥ : ΛΕΥΤΕΡΗ ΤΣΟΥΓΚΛΙΝΗ

O Dubois ήταν ένας πλούσιος , μπερμπάντης , Γάλλος ευγενής με κοσμική συμπεριφορά και λαικά γούστα.Αδυναμία του οι γυναίκες , τα ποτά και οι παράνομες συναλλαγές. Ευγενής διότι ο πατέρας του ήταν ευηπόληπτος και φημισμένος γιατρός και ο ίδιος απολάμβανε μέρος αυτής της αποδοχής απο το κοινωνικό σύνολο. Η συμπεριφορά του ήταν τέτοια ώστε να βρίσκεται διαρκώς δια της ζώσης παρουσίας του σε όλα τα κοσμικά Γκαλά των Παρισίων χωρίς την νοητική του παρουσία , απλά πήγαινε μήπως ‘τσιμπήσει’ καμμιά παρδαλή.
Εκεί γνώρισε την Φρανσουάζ που ήταν μία απο τις δύο κόρες μιας εύπορης επαρχιώτικης οικογένειας που κατοικούσε κοντά στο ΠΟΡΤ ΝΤΕ ΚΛΙΝΙΑΝΚΟΥΡ και ένιωσε κάτι διαφορετικό απο την πρώτη στιγμή. Δεν ήταν εκείνοι οι φευγαλέοι έρωτες της μιας βραδυάς ή των ολίγων ημερών ηταν κάτι δυνατό που τον παρέσυρε να κάνει το μεγάλο βήμα στην εκκλησία της ΝΤΩΒΙΛ.
Η Φρανσουάζ ήταν αρχόντισα , εκτός απο την καταγωγή της είχε και κείνη την αυτοκρατορική ομορφιά και προσωπικότητα που κουβαλάν οι γυναίκες που είναι ταγμένες να εντυπωσιάζουν και να δίνουν βήμα στην ομορφιά της ζωής. Πέρασε ένας χρόνος μυθικού έρωτα , με ταξίδια , εξορμήσεις , περιπλανήσεις και ζωή σαν σε παραμύθι.
Ο Dubois όμως ήταν απο λαμαρίνα , το inox που διέκρινε η Φρανσουάζ στο ξεκίνημα του έγγαμου βίου θόλωσε και άρχισαν οι σκουριές να κάνουν εμφάνιση. Αρχισε να αργεί , να έρχεται πιωμένος και γενικώς να έχει συμπεριφορά αλητήριου και τυχάρπαστου γλεντζέ και όχι επιφανούς οικογενειάρχη όπως ήθελε ο πεθερός του.
Οι πρώτοι καβγάδες ήταν ήπιοι με συστάσεις και παρενέσεις απο την Φρανσουάζ , αλλά ο χρόνος έφερε εκρήξεις με άσχημους χαρακτηρισμούς και απειλές και απο την Φρανσουάζ αλλά και απο τον πεθερό του. Ο Dubois όσο και να προσπαθούσε να αποφύγει τις κακοτοπιές τόσο μέσα βρισκόταν , παράνομες χαρτοπαικτικές λέσχες και casino , τοκογλυφίες , επισκέψεις σε κακόφημα ξενοδοχεία και πλήθος ενεργειών που πλήγωναν το ήδη καταρακωμένο προφιλ του.
Είχε όμως κατα την διάρκεια του προτέρου εντίμου βίου του “στήσει” ένα ωραίο κατάστημα με φαγώσιμα (charcouterie) κοντά στην Place de la Bastille και εκεί η Ζιζέλ που διήθυνε την επιχείρηση έκανε χρυσές δουλειές.
Η Ζιζέλ και ένας σεφ που μαγείρευε απο το πρωί και έφευγε το μεσημέρι. Η Ζιζέλ και δυο κοπέλες υπάλληλοι δεν προλάβαιναν στην κυριολεξία να εξυπηρετήσουν τον κόσμο. Κάθε βράδυ οι κοπέλες μαζεύαν τα προιόντα , κάναν ταμείο και τα πάντα τακτοποιημένα και επιμελώς ρυθμισμένα στο χρηματοκιβώτιο του Dubois , και όλοι ευχαριστημένοι , οι υπάλληλοι διότι υπήρχε δουλειά και συνέπεια στους μισθούς απο την εργοδοσία και η εργοδοσία διότι η επιχείρηση ηταν κερδοφόρα με ορίζοντα.
Στο πάνω μέρος του χρηματοκιβωτίου τα πάκα με τα χρήματα (κυρίως εκατόφραγκα) και κάτω τα τιμολόγια , τα δελτία αποστολής και τα έγγραφα πρόσληψης των υπαλλήλων.
Ενώ συνήθως ο Dubois μάζευε το χρήμα κάθε πρωί και τα κατέθετε στην τράπεζα , παραδόξως είχε πάνω απο μήνα που άφηνε τα πάκα μέσα στο χρηματοκιβώτιο με αποτέλεσμα να σωρευτεί ένα σεβαστό ποσό. Οι σειρήνες της αστυνομίας σφύριζαν δαιμονισμένα στην Place de la Bastille όπου στο κατάστημα του Bubois δηλώθηκε ληστεία και πυρκαγιά.
Αφού έσβησε η μικρή φωτιά ο αστυνομικός διευθυντής είπε στον βοηθό του ότι δεν τον έπεισε ο Dubois που είπε ότι κάηκαν όλα τα χρήματα (περίπου 3 εκατομμύρια φράγκα) και τα χρεόγραφα του χρηματοκιβωτίου. Ταυτόχρονα ο Dubois δήλωσε ότι όταν έφθασε ο ίδιος είδε δύο γυναικείες φιγούρες να απομακρύνονται. Πρώτοι ύποπτοι η Ζιζέλ και οι δύο κοπέλες , τον σέφ τον άφησαν τελευταίο αφού δεν είχε κλειδιά και συν τοις άλλοις έφευγε κάθε μεσημέρι. Μετά την πρώτη ανάκριση ο αστυνομικός διευθυντής παρατήρησε στον βοηθό ότι ο Dubois ανέφερε κάτι για ασφαλιστήρια συμβόλαια που υπήρχαν στο χρηματοκιβώτιο.
Αμέσως τηλεφώνησε στην ασφαλιστική το τηλέφωνο της οποίας τούδωσε ο Dubois σε ένα χαρτάκι και παραδόξως άκουσε HOTEL de la PAIX (ξενοδοχείο της ειρήνης ) λέγετε ….
Πως είπατε ?
Ξενοδοχείο της ειρήνης …τι θέλετε ? Είμαι ο αστυνομικός διευθυντής Ζαν Κλώντ Μπρασάρ και θα ήθελα την διευθυνσή σας παρακαλώ. Αφού πήρε την διεύθυνση έφθασε στον χώρο σε χρόνο μηδέν.
Απόρησε και ο βοηθός του . Τι σ΄έπιασε και τρέχεις σαν δαιμονισμένος ? Διαισθάνομαι ότι θα συμβεί κάτι συνταρακτικό σήμερα. Ο Μαροκιάνος ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου εξουσιοδότησε τον Αλγερινό υπαλληλό του να ξεναγήσει τον διευθυντή και να του δώσει ότι πληροφορίες ήθελε. Ο Μπρασάρ πριν γίνει αστυνομικός διευθυντής ήταν στην δίωξη κατά της πορνείας και είχε περάσει χιλιάδες ώρες στην RUE ST MARTIN που οι εκατοντάδες ιέρειες του αγοραίου έρωτα κάναν πεζοδρόμιο και είχαν ένα παρομοίου τύπου ξενοδοχείο που συνεργάζονταν. Με την μια είπε στον Αλγερινό να του δώσει τις κασέτες με τους πελάτες και τα κορίτσια που μπαίναν απο την πίσω πόρτα. Οπου πίσω πόρτα ερημιά και σκοτάδι και ο καλός πελάτης ερχόταν μέσω ενός διαδρόμου μπροστά στην reception όπου κανόνιζε τα χρήματα και έπαιρνε το κλειδί για να πάει στο δωμάτιο.
Η γυναίκα περίμενε σε μιά απόμερη γωνία και σε λίγα λεπτά βρίσκονταν στο δωμάτιο με τον πελάτη ή τον εραστή χωρίς να την αντιληφθεί κανείς αφού το πίσω μέρος του ξενοδοχείου ήταν η εγγύηση της διακριτικότητας της επιχείρησης για κάποιες παντρεμένες ή δεσμευμένες κυρίες. Δεν άργησε παρα τις αρχικές αντιρρήσεις του Αλγερινού να πάρει τις κασσέτες και ω τι τύχη με την πρώτη είδε τον Dubois να μπαίνει στο ξενοδοχείο μόνος με ένα σακ βουαγιάζ. Είπε στον Αλγερινό να του δώσει και την κασσέτα του δωματίου , αλλά ο Αλγερινός αυτή την φορά αντιστάθηκε σθεναρά λέγοντας ότι σέβονται την ιδιωτικότητα των πελατών και δεν έχουν πρόσβαση στα δωμάτια. Γνωρίζεις πόσο μακρυά είναι τα σύνορα ? είπε ο Μπρασάρ στον Αλγερινό , και ως δια μαγείας εμφανίστηκε η κασσέτα με τον αριθμό 108 που αντιστοιχούσε στο επίμαχο δωμάτιο.
Εκεί είδαν τον Dubois να μπαίνει στο δωμάτιο με το σακ βουαγιάζ , να το ανοίγει και να ρίχνει πάνω στο κρεββάτι δεσμίδες με εκατόφραγα και κάτι χαρτιά. Κάνε εδώ ένα ζουμ είπε ο Μπρασάρ και είδε το ασφαλιστήριο συμβόλαιο του μαγαζιού της Place de la Bastille.
Ηταν πλέον θέμα χρόνου για τον Μπρασάρ να πάρει την ομολογία της ληστείας και του εμπρησμού του καταστήματος του Dubois απο τον ίδιο τον ιδιοκτήτη , και την ομολογία του ότι ήταν πνιγμένος στα χρέη και προφασίστηκε ότι οι κοπέλες διέρηξαν και έβαλαν φωτιά στην επιχείρηση. Στην αναλυτική αναγνώριση προσώπων που έκανε ο Μπρασάρ για τις δραστηριότητες του Ντυμπουά και τι δεν είδε. Ευηπόληπτες κυρίες σύζυγοι διευθυντών τραπεζών , διάφορων οργανισμών και οργανώσεων , υψηλόβαθμων στρατιωτικών και αστυνομικών και στο τέλος με ένα βαθύ αναστεναγμό έκλεισε την έρευνα χωρίς την παρουσία στα επίμαχα βίντεο της δικής του συζύγου αφού παλαιότερα είχε ακούσει διάφορες φήμες ότι έκανε περίεργες “ώρες” κατα την απουσία του.
Την φορά αυτή τούκανε την χάρη και “εβγαλε τα μάτια ” της μακριά απο το Παρίσι.
Ο βοηθός ακόμα δεν κατάλαβε εκείνο το χαμόγελο της επιτυχίας μετά το τέλος της κασσέτας με τις ερωμένες του Dubois.