Ξεκινώντας την απολογία του ο 39χρονος σύντροφος της 41χρονης Γεωργίας έκανε μία αναδρομή στο πώς γνωρίστηκαν και έγιναν ζευγάρι, ενώ σχολιάζοντας τις μαρτυρίες που προηγήθηκαν, τόνισε πως αυτός τη στήριζε οικονομικά με τη δουλειά του ως διανομέας. «Το αν εγώ χειριστικός το ξέρουμε μόνο εγώ και η Γεωργία. Θα μου πείτε δεν είναι εδώ για να το επιβεβαιώσει. Είχαμε κάνει μια συμφωνία να λέμε ο ένας στον άλλον ποϋ είμαστε για να μην ανησυχούμε. Δεν ήταν καταπιεστικό αυτό γιατί ήταν απόφαση από κοινού», είπε ο 39χρονος.
«Κάπου στην πορεία η Γεωργία άρχισε να απομακρύνει κόσμο. Τη ζήλευαν επειδή είχε σχέση», ανέφερε και πρόσθεσε πως είχαν διακόψει ήδη μια κύηση στην αρχή της σχέσης τους και σκόπευαν να συνεχίσουν με τη δεύτερη εγκυμοσύνη, ωστόσο όπως σημείωσε η 41χρονη άλλαξε γνώμη και πιστεύει πως πείστηκε από τον περίγυρό της. «Η Γεωργία δεν ήταν φοβισμένη, είχε μπουχτίσει με το σόι της», υποστήριξε.
«Το στρώμα που είχα στο κρεβάτι μου το κατεβάσαμε με τη Γεωργία στο υπόγειο της οικοδομής γιατί δεν βόλευε και στη θέση του βάλαμε ένα παλιό», ανέφερε προσπαθώντας να εξηγήσει το ματωμένο στρώμα που βρέθηκε δίπλα σε κάδο και ισχυριζόμενος πως το έγκλημα δεν τελέστηκε μέσα στο σπίτι του.
Αναφερόμενος στην επίμαχη μέρα, την Πρωτοχρονιά του 2024, είπε πως συνόδευσε τη Γεωργία στη δουλειά της και στη συνέχεια πήγε να την πάρει για να επιστρέψουν με ταξί στο σπίτι του.
«Μπήκαμε στο διαμέρισμα. Σαχλαμαρίσαμε λίγο, πήρα την αγωγή μου -ψυχιατρικής φύσης- και κοιμήθηκα. Ξύπνησα το πρωί και έλειπε, ενώ είχε πάρει 5.000 ευρώ από τις αποταμιεύσεις μου. Δεν ξέρω ποιος μου έστειλε το μήνυμα όταν ήταν νεκρή. Υποπτεύομαι ότι το έκανε ο 34χρονος», είπε απολογούμενος.
Ο κατηγορούμενος αναγνώρισε μάλιστα τον φίλο του στις φωτογραφίες της δικογραφίας ως ένα από τα δύο άτομα που μεταφέρουν το πτώμα της γυναίκας στη βαλίτσα, ενώ το άλλο άτομο είπε πως είναι κάποιος που έχει κοινά χαρακτηριστικά μαζί του.
«Οι φωτογραφίες δείχνουν δύο άτομα να κάνουν κινήσεις στον περιβάλλοντα χώρο της οικοδομής, όχι να βγαίνουν από το σπίτι μου. Ο σκοπός του δεν ήταν να κάνει κακό πιστεύω. Ήθελε να με πιέσει για να πάρει χρήματα γιατί μου ζητούσε συνέχεια δανεικά αλλά δεν του έδινα. Προσπάθησε να αναζητήσει εμένα, δεν με βρήκε και πήρε τη Γεωργία. Μάλλον χτύπησε το κουδούνι και βγήκε η σύντροφός μου στο μπαλκόνι και με κάποιο τέχνασμα την έκανε να κατέβει κάτω. Κατέβηκε όρθια από το σπίτι γιατί ό,τι έγινε στη Γεωργία έγινε στο υπόγειο, που είναι έξω από την οικοδομή. Πρέπει να αντέδρασε και τη δολοφόνησαν. Δεν ξέρω τι έγινε. Τα χάπια μου είναι αρκετά βαριά. Λογικά ο 34χρονος μπήκε μετά και πήρε τα λεφτά», τόνισε εμμένοντας στον ισχυρισμό του ότι ο ίδιος κοιμόταν αλλά και ότι έλειπαν τα χρήματά του, που όμως μάρτυρες είπαν ότι δεν είχε.
«Ήταν θέμα χρόνου για να συλληφθεί και με έδωσε για να ελαφρύνει τη θέση του. Δεν του έφτασε το κακό που έκανε ήθελε να συνεχίσει να εκδικείται. Το έκανε καθαρά για λόγους εκδίκησης επειδή δεν του έδινα αλλά λεφτά. Έχω τόσα μέτωπα εναντίον μου, ενώ η ίδια η δικογραφία με υποστηρίζει. Με πιάνει τρέλα, θέλω να τον πιάσω και να τον στραγγίξω που λέει αυτά για μένα. Η αστυνομία δεν ασχολήθηκε να βρει το άλλο άτομο, το θεωρούσαν εύκολη υπόθεση και βόλευε», κατέληξε.
«Κατέβηκε κάτω ταραγμένος και είπε “έλα να με βοηθήσεις, είναι νεκρή”»
Από την πλευρά του ο 34χρονος υποστήριξε πως δεν εμπλέκεται καθόλου στον φόνο και ότι οι μόνες πράξεις που έκανε ήταν να βοηθήσει στην ακινητοποίηση της 41χρονης και τη μεταφορά της σορού της.
«Κάνουμε πολλά χρόνια παρέα με τον 39χρονο. Χανόταν και εμφανιζόταν ξανά. Τη Γεωργία την είχα συναντήσει δύο φορές όλο κι όλο. Το τελευταίο διάστημα είχα θέμα με τα λεφτά και ο 39χρονος μού χρωστούσε 800 ευρώ. Μου είπε ότι αν θέλω αυτά τα λεφτά θα κάνουμε μία σκηνοθετημένη ληστεία σε βάρος της Γεωργίας για να τα πάρω. Δεν είχα πρόθεση να το κάνω αλλά τα έλεγε πολύ πειστικά. Είπε ότι θα πάρουμε 8.000 ευρώ από το σπίτι της που τα είχαν οι γονείς της για να πάνε ένα ταξίδι. Χρειαζόμουν τα λεφτά και είπε ότι θα την ακινητοποιήσουμε και θα πάρουμε το κλειδί για να πάμε μετά στο σπίτι της. Δεν είχε κλειδιά πάνω της τελικά, με κορόϊδεψε», ανέφερε απολογούμενος.
«Μου είπε ότι πρέπει να είμαι πάνω στο σπίτι και όταν έρθουν θα κάνει ένα βηχαλάκι για να το καταλάβω. Θα την έβαζε να πρώτη για να την πιάσω από το στόμα και να της βάλω το μαχαίρι στον λαιμό για να φοβηθεί. Το μαχαίρι μου το έδωσε αυτός. Έτσι κι έγινε. Της είπα να ηρεμήσει και ότι δεν θα πάθει κακό. Εγώ απλά τον κρατούσα και τις έδεσε το στόμα και τα μάτια, μετά τα χέρια με ψεύτικες χειροπέδες. Πριν πήγε μέσα και φώναζε για να νομίζει ότι τον χτυπούσαν και αυτόν. Όταν την έδεσε άφησα το μαχαίρι και μου έκανε σήμα να κατέβω κάτω και να τον περιμένω για να τον πάω στο σπίτι της και να πάρει τα λεφτά», ισχυρίστηκε.
«Ήρθε κάτω ταραγμένος και μου λέει “έλα να με βοηθήσεις, είναι νεκρή. Όπως κουνιόταν έπεσε πάνω στο μαχαίρι”. Το στρώμα ήταν μέσα στα αίματα. Τρελάθηκα. Με απείλησε. Αυτός τα καθάρισε όλα, δεν μπορώ το αίμα. Βρήκε το κουτί σε ένα άλλο σπίτι και την έβαλε μέσα μόνος του μαζί με την κουβέρτα. Εγώ συμμετείχα μόνο στο κουβάλημα και τη μεταφορά. Μου είχε πει να πάω από κάτι ξεροχώραφα. Μου έδινε οδηγίες για την κατεύθυνση. Κατεβάσαμε το κουτί, έβγαλε τη σορό και την πέταξε μόνος. Ήθελα να τα πω από την αρχή αλλά φοβόμουν. Μετά δεν μπορούσα να τα κρατάω άλλο μέσα μου», υποστήριξε.
Σημειώνεται ότι μετά τις απολογίες, συγγενείς του θύματος κινήθηκαν απειλητικά έξω από την αίθουσα προς μάρτυρες υπεράσπισης αλλά και τους κατηγορούμενους, ενώ κάποιοι κόντεψαν να πιαστούν στα χέρια.
Η δίκη θα συνεχιστεί αύριο με την αγόρευση της εισαγγελέα και την αγόρευση.