ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ : Έφυγε από τη ζωή ο δημοσιογράφος και συγγραφέας, Ζάχος Χατζηφωτίου, σε ηλικία 99 ετών

Ο Ζάχος Χατζηφωτίου, σύμφωνα με πληροφορίες νοσηλευόταν σε σοβαρή κατάσταση πριν λίγες εβδομάδες στο Νοσοκομείο ΝΙΜΙΤΣ. Αξίζει να σημειωθεί πως χθες είχε τα γενέθλιά του και έκλεισε τα 99 χρόνια.

Ποιος ήταν ο Ζάχος Χατζηφωτίου

Ο Ζάχος Χατζηφωτίου ήταν δημοσιογράφος και συγγραφέας. Καταγόταν από τα Ψαρά, η οικογένεια του έφυγε από το νησί το 1824, μετά την καταστροφή του από τους Τούρκους και εγκαταστάθηκε αρχικά στη Σύρο και τελικά στην Αθήνα, στην Πλάκα, όπου και γεννήθηκε ο Ζάχος στις 28 Σεπτεμβρίου 1923.
Διαβάστε περισσότερα: 
Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας, Ζάχος Χατζηφωτίου, έφυγε από τη ζωή σήμερα, Παρασκευή σε ηλικία 99 ετών. Στις αρχές Σεπτεμβρίου, είχε νοσηλευτεί στο νοσοκομείο ΝΙΜΤΣ, από το οποίο όμως είχε πάρει εξιτήριο. Όλο αυτό το διάστημα, συγγενείς και φίλοι βρίσκονταν στο πλευρό του.
Ο Ζάχος Χατζηφωτίου ήταν δημοσιογράφος και συγγραφέας. Καταγόταν από τα Ψαρά, η οικογένεια του έφυγε από το νησί το 1824, μετά την καταστροφή του από τους Τούρκους και εγκαταστάθηκε αρχικά στη Σύρο και τελικά στην Αθήνα, στην Πλάκα, όπου και γεννήθηκε ο Ζάχος στις 28 Σεπτεμβρίου 1923.
Αποφοίτησε από το Πειραματικό Σχολείο Πανεπιστημίου Αθηνών. Στην κατοχή, σε ηλικία 17 ετών, απέδρασε στην Αίγυπτο, όπου έλαβε μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις, πρώτα ως στρατιώτης στους Ποντικούς της Ερήμου, στην πολιορκία του Τομπρούκ, και μετά συμμετέχοντας στην ΙΙΙη Ορεινή Ταξιαρχία – Ρίμινι, η οποία μπήκε πρώτη στο Ρίμινι, όπου και παρασημοφορήθηκε.
Στα Δεκεμβριανά η ταξιαρχία υπό τις διαταγές του ανέλαβε την εκδίωξη μικρού θύλακα του ΕΑΜ που είχε καταφύγει κοντά στο ρεύμα του Αρδηττού χωρίς θύματα, όπως υποστηρίζει ο ίδιος.
Μετά το τέλος του πολέμου και την επιστροφή του εργάστηκε στις επιχειρήσεις της οικογένειάς του (βιομηχανία και εμπόριο υφασμάτων) μέχρι το 1956. Από το 1956 και μέχρι το 1962 διετέλεσε διευθυντής εκδοτικού οίκου στο Παρίσι. Την περίοδο 1962-1970 δραστηριοποιήθηκε στη ναυτιλία και από το 1970 εμφανίζεται πλέον ως συγγραφέας και δημοσιογράφος.
Χρονογράφος στην εφημερίδα «Καθημερινή» (1974-1977), στον «Ταχυδρόμο» με το ψευδώνυμο «Ίακχος» από το 1975 και στα «Νέα» ως «ο Διακριτικός» από το 1977. Εργάστηκε στην τηλεόραση και έγινε γνωστός από την εκπομπή «Το πεντάλεπτο του Ζάχου Χατζηφωτίου».
Ήταν συγγραφέας των βιβλίων «Τα εν οίκω… εν Δήμω», «Πωλείται Συνείδησις», «Συννεφιάζει και στη Μύκονο», «Πάντα την Κυριακή», «Ο Ίακχος κι εγώ», «100 εκπομπές», «Χιούμορ και ζωγραφική», «Τα Μονοπάτια του Πολέμου» και άλλα.
Ο Ζάχος Χατζηφωτίου έγινε ευρύτερα γνωστός από το τηλεοπτικό πεντάλεπτο κοινωνικής κριτικής και ως κοσμικογράφος, ένας «μπον βιβέρ» με πολλές αναμνήσεις της αθηναϊκής ζωής.

Απεβίωσε σε ηλικία 99 ετών δημοσιογράφος

και συγγραφέας Ζάχος Χατζηφωτίου.

Πέθανε ο Ζάχος Χατζηφωτίου
Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 99 ετών ο ο δημοσιογράφος και συγγραφέας, Ζάχος Χατζηφωτίου, την Παρασκευή (30/9).
Πριν από μερικές μέρες, ο εκλιπών είχε εισαχθεί στο νοσοκομείο ΝΙΜΤΣ και νοσηλευόταν σε σοβαρή κατάσταση.

Βιογραφικό

Ο Ζάχος Χατζηφωτίου γεννήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου το 1923 στην Πλάκα. Με καταγωγή από τα Ψαρά, η οικογένειά του έφυγε από το νησί το 1824, μετά την καταστροφή του από τους Τούρκους, και εγκαταστάθηκε αρχικά στη Σύρο και τελικά στην Αθήνα.
Αποφοίτησε από το Πειραματικό Σχολείο Πανεπιστημίου Αθηνών. Στην Κατοχή, σε ηλικία 17 ετών, απέδρασε στην Αίγυπτο, όπου έλαβε μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις, πρώτα ως στρατιώτης στους Ποντικούς της Ερήμου, στην πολιορκία του Τομπρούκ, και μετά συμμετέχοντας στην 3η Ορεινή Ταξιαρχία – Ρίμινι, η οποία μπήκε πρώτη στο Ρίμινι, όπου και παρασημοφορήθηκε.
Στα Δεκεμβριανά, η ταξιαρχία υπό τις διαταγές του ανέλαβε την εκδίωξη μικρού θύλακα του ΕΑΜ που είχε καταφύγει κοντά στο ρεύμα του Αρδηττού χωρίς θύματα, όπως υποστηρίζει ο ίδιος. Μετά το τέλος του πολέμου και την επιστροφή του εργάστηκε στις επιχειρήσεις της οικογένειάς του (βιομηχανία και εμπόριο υφασμάτων) μέχρι το 1956. Από το 1956 και μέχρι το 1962 διετέλεσε διευθυντής εκδοτικού οίκου στο Παρίσι. Την περίοδο 1962-1970 δραστηριοποιήθηκε στη ναυτιλία και από το 1970 εμφανίζεται πλέον ως συγγραφέας και δημοσιογράφος. Χρονογράφος στην εφημερίδα «Καθημερινή» (1974-1977), στον «Ταχυδρόμο» με το ψευδώνυμο «Ίακχος» από το 1975 και στα «Νέα» ως «ο Διακριτικός» από το 1977. Εργάστηκε στην τηλεόραση και έγινε γνωστός από την εκπομπή «Το πεντάλεπτο του Ζάχου Χατζηφωτίου».
Είναι συγγραφέας των βιβλίων «Τα εν οίκω… εν Δήμω», «Πωλείται Συνείδησις», «Συννεφιάζει και στη Μύκονο», «Πάντα την Κυριακή», «Ο Ίακχος κι εγώ», «100 εκπομπές», «Χιούμορ και ζωγραφική», «Τα Μονοπάτια του Πολέμου» και άλλα.
Ο Χατζηφωτίου παντρεύτηκε συνολικά, πέντε φορές. Ο πρώτος του γάμος ήταν με μια Γαλλίδα, κόρη στρατηγού με την οποία χώρισε όταν ο πατέρας της είπε στον Χατζηφωτίου να τον βάλει στο Γαλλικό στρατό. Δεύτερη σύζυγός του ήταν η Δανάη Σωσσίδη, γόνος της οικογένειας Κύρου, της εφημερίδας «Εστίας», με την οποία έφεραν στον κόσμο την κόρη τους Μανίτα.
Ο επόμενος γάμος ήταν ξανά στο Παρίσι με μια Γαλλίδα, την Ιρέν, η οποία δούλευε στον Ντιόρ. Ο τέταρτος γάμος του Χατζηφωτίου ήταν με την Τζένη Καρέζη.
Μετά την Καρέζη, παντρεύτηκε την Κατερίνα Παπαδημητρίου, τέως Μις Ελλάς.
Ο Ζάχος Χατζηφωτίου έγινε ευρύτερα γνωστός από το τηλεοπτικό πεντάλεπτο κοινωνικής κριτικής και ως κοσμικογράφος, ένας «μπον βιβέρ» με πολλές αναμνήσεις της αθηναϊκής ζωής.

 

Λάτρεψα την Μύκονο και τις ομορφιές της, σήμερα όμως δεν μιλάνε ελληνικά στο νησί

Λάτρεψα την Μύκονο και τις ομορφιές της, σήμερα όμως δεν μιλάνε ελληνικά στο νησί
Ο «Ιακχος», ο ζωντανός θρύλος που ενσαρκώνει την dolce vita αλά ελληνικά, θυμάται και αφηγείται για όλα όσα έχει ζήσει

Τριπλή βάρδια. Το άξιζε και με το παραπάνω. Ακόμα και τέσσερις και πέντε. Οσες… Η πρώτη συνέβη ένα βράδυ. Αφού προηγουμένως αναγκάστηκα να ξεσηκώσω το σύμπαν προκειμένου να βρω τον αριθμό του κινητού του. Τελικά τον βρήκα. Τελικά έπεφτα από φραγή σε φραγή. Τελικά απελπίστηκα. Και τελικά ανακάλυψα το σταθερό του. Ετσι τυχαία. Από τη θρυλική Ματούλα Κουτροπούλου. Του Κολωνακίου. Να ‘ναι καλά αυτό το άγριο θηλυκό.

…Και κάπως έτσι, από την άλλη άκρη άκουσα τη βραχνιασμένη αλλά πεντακάθαρη φωνή του: «Το κινητό το έχω πετάξει, δεν είμαι της τεχνολογίας, δεν έχω σχέση με όλα αυτά». Και μετά με ρώτησε για μία ακόμα φορά: «Εσύ ποιος είσαι;». Του είπα. «Κάτι μου λέει το όνομα Δανίκας. Ομως τώρα δεν μπορώ, πάρε με αύριο πρωί».

Τον ξαναπήρα. Αυτή τη φορά ήταν περισσότερο δεκτικός. Αλλά πάλι βιαστικός: «Πρέπει να πάω στην τράπεζα. Καλύτερα να έρθεις να τα πούμε από κοντά. Ελα στο Φάληρο».

Του εξήγησα πως καλύτερα να αποφεύγουμε τις ζωντανές επαφές. Και για εκείνον και για μένα. «Μπα, εγώ έχω πατήσει τα ενενήντα επτά. Εχω ξεγλιστρήσει από τον κορωνοϊό.
Ωστόσο, έχω συμμορφωθεί με όλα τα μέτρα. Πλένομαι, σαπουνίζομαι, κρατάω αποστάσεις. Τώρα τι θέλεις; Να τα πούμε από το τηλέφωνο; Μα η ιστορία μου είναι μεγάλη».

xatzifwtiou__1_
Οι μέρες του Ζάχου στη Μύκονο έχουν γράψει ιστορία: «Για πρώτη φορά επισκέφτηκα το νησί σε ηλικία 17 ετών, λίγο πριν τον πόλεμο. Ηταν καλοκαίρι του ’40 και μαζί με ωραίες κοπέλες της Κηφισιάς βρεθήκαμε στη Μύκονο» (κάτω). Και οι ωραίες κοπέλες ήταν η Ελένη Βλάχου, η Μελίνα Μερκούρη (πάνω) κ.λπ. κ.λπ.

Η ιστορία του μεγάλη. Τα περιστατικά της ζωής του μεγάλα και ατελείωτα. Το βιογραφικό του μεγάλο. Και οι μνήμες του, καθώς το πλήρες ονοματολόγιο των γνωριμιών -ερωτικών, φιλικών και κοσμοπολίτικων- δεν θα χωρούσε σε ολόκληρη την εφημερίδα. Ούτε στο επόμενο φύλο του επόμενου κυριακάτικου.

Ο Ζάχος Χατζηφωτίου, ο ζωντανός θρύλος. Ενας από τους ελάχιστους. Ισως μοναδικός. Αν ήταν πολίτης Μεγάλης Βρετανίας θα είχε τιμηθεί με τον τίτλο του Sir και του Ιππότη. Διά χειρός βασίλισσας Ελισάβετ. Μεγαλύτερος αυτός. Κατά τρία έτη. Ο Ζάχος Χατζηφωτίου, η επιτομή της αριστοκρατίας, του bon viveur (στα αγγλικά) ή bon vivant (στα γαλλικά). Του γλεντζέ στα νεοελληνικά. Των απολαύσεων. Των συγκινήσεων. Της dolce vita. Κρίμα που δεν τον είχε συναντήσει ο Φεντερίκο Φελίνι. Κατά τρία χρόνια μεγαλύτερος του Ζάχου.

Ο Ζάχος Χατζηφωτίου, μέγας και ασταμάτητος καρδιοκατακτητής. Λάτρης του ωραίου. Της κομψότητας. Του καλού γούστου. Και μοναδικός, φανατικός θαμώνας της κοσμικής ζωής. Oχι μόνο εν Αθήναις, αλλά σε όλα τα μήκη και πλάτη κάθε ευρωπαϊκής θρυλικής γωνιάς.

Δεν υπήρχε πάρτυ για πάρτυ, δεξίωση για δεξίωση, σαλόνι για σαλόνι, bar-restaurant που να μην είχε ως τιμώμενο πρόσωπο τον Ζάχο Χατζηφωτίου. Το όνομά του, συνώνυμο με το απαραίτητο, το must. Ανευ Ζάχου θα πέσει πληξάρα. Οι κυρίες κάθε καλής κοινωνίας ξεκαρδίζονταν στα γέλια. Οι κύριοι τον κοιτούσαν με πλάγιο βλέμμα από φθόνο και ζήλια. Ολοι οι μόδιστροι υποκλίνονταν στην ατσαλάκωτη και πλούσια γκαρνταρόμπα του. Οι παπαράτσι τον λάτρευαν. Και οι εφημερίδες, καθώς και τα περιοδικά, διεκδικούσαν την υπογραφή του για την κυκλοφορία τους.

Ο Ζάχος Χατζηφωτίου, ο επονομαζόμενος «Ιακχος». Η διάσημη και δημοφιλής υπογραφή του «Ταχυδρόμου». Ακόμα, μέχρι σήμερα, κάθε Σάββατο στην «Εστία». Ολες οι κοσμικές στήλες, όλες αυτές οι παράπλευρες και τόσο λαοφιλείς σελίδες έχουν ονοματεπώνυμο, κυρίως πατρώνυμο προέλευσης: Ζάχος Χατζηφωτίου. Με μια κολοσσιαία διαφορά από τις χτεσινές και σημερινές, αντίστοιχες κοσμικές στήλες. Ο Ζάχος τα ήξερε από πρώτο χέρι. Ηταν ο πρωταγωνιστής κάθε σπουδαίας παρέας. Ενίοτε βασιλικής. Ενίοτε αυτοκρατορικής. Πολλές φορές το ζωντανό κέντρο ενδιαφέροντος. Ο Ζάχος έκανε παιχνίδι. Ο Ζάχος, ο πληροφοριοδότης. Εκείνος μπορούσε να σου πει με το νι και με το σίγμα τι ακριβώς συμβαίνει στη βίλα του τάδε και στο κρεβάτι της δείνα κυρίας. Ο Ζάχος τα ήξερε. Και όταν λέμε όλα, εννοούμε όλα! Από το μέτωπο στο Ελ Αλαμέιν και το Ρίμινι μέχρι τον Εμφύλιο εναντίον κομμουνιστών. Από την πολιτική, τα τζάκια και από πού κρατάει η σκούφια καθενός μέχρι τα άδυτα των αδύτων. Ολα αυτά τα εμπλούτιζε και στη συνέχεια τα έγραφε. Οχι όλα. Γιατί έτσι και ανοίξει το στόμα του, όλα τα μυστικά, οι αμαρτίες, τα βίτσια και πολλά άλλα πικάντικα και λαχταριστά θα μπορούσαν να μεταφερθούν ως θεατρικά μπουλβάρ, αλλά και ως κινηματογραφικές κομεντί.

xatzifwtiou

Aπό τη Σύρο και την Πλάκα στο Ελ Αλαμέιν

Σύμφωνα με το πλουσιότατο βιογραφικό του, οι οικογενειακές ρίζες από Ψαρά, όπου το 1824 δραπέτευσαν. Στη συνέχεια κατέφυγαν στη Σύρο και τελικά εγκαταστάθηκαν στην Πλάκα, όπου στις 28 Σεπτεμβρίου του 1923 προέκυψε ο Ζάχος. Από σχολείο σε σχολείο διότι απείθαρχος, μέχρι τα 17, όπου και έλαβε απολυτήριο από το Πειραματικό Γυμνάσιο. Μόλις 17 δραπετεύει, με τη βοήθεια των Αγγλων, στην Αίγυπτο, στρατεύεται και καταλήγει στα μέτωπα Ελ Αλαμέιν, Ρίμινι και αλλού. Με παράσημα. Μετά καταφτάνει, με την ταξιαρχία του, στην εμπόλεμη ζώνη των «Δεκεμβριανών» για την εκδίωξη μικρού θύλακα του ΕΑΜ στον Αρδηττό. Χωρίς θύματα. Μετά στις επιχειρήσεις του πατέρα του, βιομηχανία και εμπορία υφασμάτων. Μετά στις εκδόσεις. Μετά σε «Ταχυδρόμο» και «Καθημερινή» με το ψευδώνυμο «Ιακχος». Και μετά, το λαοφιλέστατο τηλεοπτικό «Πεντάλεπτο του Ζάχου Χατζηφωτίου». Ενδιαμέσως, πληθώρα περιστατικών, στιγμών, ονομάτων. Γνωριμιών, γάμων, ερωτικών δεσμών, διαζυγίων, χωρισμών και πάει λέγοντας. Οποια κοσμική πέτρα και να σήκωνες εκείνη την εποχή έπεφτες πάνω στο όνομά του.

«Ιακχος, ο γραμματεύς του θεού Διονύσου»!

– Πώς αισθάνεστε τώρα στην εποχή του κορωνοϊού; «Πώς να αισθάνομαι. Σ’ αυτή την ηλικία που είμαι δεν τον φοβάμαι. Παρ’ όλα αυτά παίρνω τα μέτρα μου. Σαπουνίζομαι, πλένομαι, κρατάω αποστάσεις».

– Λένε πως τώρα, λόγω επερχόμενης τουριστικής ανυπαρξίας, η Μύκονος θα επιστρέψει στην εποχή του Ζάχου Χατζηφωτίου. «Είχα αγοράσει τρία σπίτια εκεί, που στη συνέχεια αναγκάστηκα να τα πουλήσω».

– Στη συνείδηση όλων μοιάζει σαν εσείς να έχετε ανακαλύψει τη Μύκονο. Κάτι σαν ο Χριστόφορος Κολόμβος της Μυκόνου… «Δεν ξέρω αν εγώ την ανακάλυψα, πάντως πρέπει να σου πω ότι για πρώτη φορά επισκέφτηκα το νησί σε ηλικία 17 ετών. Λίγο πριν τον πόλεμο. Ηταν καλοκαίρι του ’40 και μαζί με ωραίες κοπέλες της Κηφισιάς βρεθήκαμε στη Μύκονο».

– Ποιες ωραίες κοπέλες; «Την Ελένη Βλάχου, τη Μελίνα Μερκούρη, τη Λόλα και άλλες».

– Και πώς σας ήρθε η ιδέα να επιλέξετε τη Μύκονο; «Μια κοινή φίλη, η Ελένη Τζαβέλα, πιανίστα, είχε πάει πιο πριν από μας. Μιλούσε με τα καλύτερα λόγια. Ακόμα και τον χειμώνα ήταν παράδεισος».

– Τα τελευταία χρόνια αποφεύγετε να πάτε στη Μύκονο. «Φυσικά. Τα τελευταία χρόνια το νησί έχει μεταλλαχθεί. Είναι αγνώριστο. Τότε ήταν η εποχή με τις καλές παρέες. Τώρα γίνονται φασαρίες, φόνοι, υπάρχουν ναρκωτικά και δεν ξέρω τι άλλο. Τότε που πηγαίναμε εμείς δεν είχε ηλεκτρικό ρεύμα το νησί. Μόνο λάμπες. Και μόνο κάποιος που είχε προμηθευτεί γεννήτριες. Τότε, να φανταστείς, όταν βλέπαμε από το καράβι να καταφθάνουν μανάδες και πατεράδες με παιδιά και καροτσάκια, πηγαίναμε και τους διώχναμε λέγοντας πως “αυτό το μέρος δεν είναι για εσάς, άντε με το καλό να πάτε στην Αίγινα”».

Πριν προλάβω να τον ρωτήσω μου είπε. «Κι αυτές οι ωραίες κοπέλες σπουδάζανε. Στη Μύκονο πήγαινα συνεχώς επί 40 έτη. Μόνιμος εκεί – και όχι μόνο τα καλοκαίρια. Ομως τα τελευταία 15 χρόνια αποφεύγω να την επισκεφθώ. Τώρα στη Μύκονο δεν μιλάνε ελληνικά. Τώρα έχουν πεθάνει και οι φίλοι μου».

xatzifwtiou__5_
Πάντα, μα πάντα, με υπέροχες γυναίκες! Εδώ, με τη Ζακλίν Μπισέ

– Από μικρός στο μέτωπο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. «Πρέπει να σου πω ότι εγώ δεν χτυπάω, ήμουν και είμαι ευγενικός. Τότε ήμουν ένας νέος της εποχής μου. Αλλά δεν ήμουν μόνο κοσμικός. Υπηρέτησα οκτώ μήνες στην Αίγυπτο, έλαβα μέρος στο Τομπρούκ, στο Ελ Αλαμέιν, στο Ρίμινι. Μόλις ξέσπασε ο πόλεμος έφυγα για Τουρκία και από εκεί με πήρανε οι Εγγλέζοι και με μεταφέρανε στην Αίγυπτο. Ημουν μόλις 17 ετών».

Και οι πέντε κούκλες και σημαντικές

– Πολλές και οι γυναίκες της ζωής σας.«Πέντε φορές παντρεμένος».

– Πέντε; Μα πώς; Η Εκκλησία δεν το επιτρέπει. «Τρεις γάμους θρησκευτικούς και δύο πολιτικούς. Οταν ψηφίστηκε ο νόμος που επέτρεπε τον πολιτικό γάμο. Αλλωστε είχα εκλεγεί πέντε φορές δημοτικός σύμβουλος στον Δήμο της Αθήνας και επί μία δεκαετία ήμουν αντιδήμαρχος».

– Μου θυμίζετε τους γάμους; «Ο πρώτος στον πόλεμο, όταν ήμουν πολύ νέος, με τη Σιμόν ντε Γκρεζ, κόρη του στρατηγού. Με την οποία χώρισα συντόμως. Είχα νυμφευτεί και την πριγκίπισσα Ιρίνα της Ρουμανίας».

Κατά σειρά τα πέντε στεφάνια του Ζάχου είναι: πρώτη η Σιμόν ντε Γκρεζ. Ακολουθεί, ως δεύτερη, η Δανάη Σωσσίδη από την οικογένεια του Κύρου της «Εστίας». Επειτα η Ιρέν της Ρουμανίας αλλά υπήκοος Γαλλίας, εργαζόμενη στον οίκο Dior. Το τέταρτο στεφάνι με Τζένη Καρέζη. Οπου λέγεται πως οι καλεσμένοι ήταν περίπου πεντακόσιοι, αλλά στην τελετή και τα πέριξ κατέφθασαν και στριμώχθηκαν περί τους πέντε χιλιάδες. Το γεγονός του 1962. Και πέμπτη και τελευταία η Κατερίνα Παπαδημητρίου, τέως Μις Ελλάς, με γαμήλια τελετή και δεξίωση στη Μύκονο!

– Ποια απ’ όλες αυτές τις νύφες η πιο σημαντική; Ποια κατέκτησε ολοκληρωτικά την καρδιά σας; «Ολες ήταν σημαντικές. Η καθεμία με τα δικά της χαρίσματα».

– Και η Τζένη Καρέζη; Πόσο καιρό μαζί;«Νομίζω τέσσερα χρόνια» (στο βιογραφικό αναφέρονται περί τα δύο, από το 1962 έως το 1964).

– Πώς ήταν η Τζένη Καρέζη; «Αλλη η Τζένη στο θέατρο και τον κινηματογράφο και άλλη στο σπίτι. Υποδειγματική σύζυγος. Μαγείρευε».

Πολλές κατακτήσεις εκτός γάμου

– Μόνο πέντε οι γυναίκες της ζωής σας; «Ε, όχι μόνο. Υπήρξαν και πολλές, πάρα πολλές που δεν τις παντρεύτηκα».

– Τόσες πολλές; Μπορείτε να μου πείτε μερικές από αυτές; «Οχι, δεν θα πω. Ηταν πάντως πολλές. Εκανα σχέσεις μεταξύ γάμων. Οταν ήμουν ελεύθερος και διαθέσιμος. Φυσικά και είχα σχέσεις με γυναίκες, τι θα είχα, με άντρες; Ούτε να το σκέφτομαι. Αλλά γιατί με ρωτάτε μόνο για την ερωτική μου ζωή; Δεν ξέρετε πως έχω γράψει 34 βιβλία; Πως εγώ ανακάλυψα τον “Ταχυδρόμο”, πως έγραφα στήλη με το ψευδώνυμο “Ιακχος”, πως είχα διατελέσει και διευθυντής του “Ταχυδρόμου” την εποχή του Χρήστου Λαμπράκη, πως συνεργάστηκα με την “Καθημερινή”; Να φανταστείς πως ο Λαμπράκης έλεγε πως έγινε εκατομμυριούχος από τη συνεργασία μαζί μου. Ακόμα και ο φωτογράφος Λάκης Γιακουμής που έβγαζε φωτογραφίες για τη στήλη μου, κατάφερνε να εισπράττει 6.000 δραχμές για κάθε φωτογραφία. Δηλαδή 60.000 την εβδομάδα, αφού στη στήλη δημοσιεύονταν τουλάχιστον δέκα φωτογραφικά στιγμιότυπα»

xatzifwtiou__4_
Τέταρτος γάμος και η νύφη αυτή τη φορά είναι η υπέροχη Τζένη Καρέζη. Το 1962 η κοσμική Αθήνα παραμιλούσε για το νέο ζευγάρι. «Χωρίσαμε γιατί δεν βλεπόμασταν», λέει ο Ζάχος Χατζηφωτίου

Πριν προλάβω να ανοίξω το στόμα μου τον άκουσα να λέει. «Επί xούντας, εκείνος ο άξεστος, ο φαλακρός και ανίδεος χουντικός, να δεις πώς τον λένε, εκείνος ντε, με τα αποτσίγαρα».

– Ποιον λέτε, τον Ιωαννίδη; «Οχι, τον άλλο τον φαλακρό».

– Τον Στυλιανό Παττακό; «Αυτός. Ο Παττακός με συνέλαβε και βρέθηκα στο γραφείο του επειδή ήμουν ένας από τους τρεις που βοηθήσαμε την Ελένη Βλάχου στην απόδρασή της από την Αθήνα στο Λονδίνο».

«Ημουν πλούσιος και δεξιός»

– Κυρίως κάνατε παρέα με δεξιούς. «Μα εγώ ήμουν πλούσιος και δεξιός. Οχι σαν κάτι άλλους που παριστάνουν τους φτωχούς και αριστερούς».

Κάπου εκεί με αποχαιρέτησε βιαστικά: «Πρέπει να πάω στην τράπεζα. Πάρε με το βράδυ κατά τις οκτώ, όταν θα έχω επιστρέψει από τον οφθαλμίατρο».

Η τρίτη και τελευταία δόση το ίδιο βράδυ στις οκτώ. «Μόλις τώρα επέστρεψα. Για πες μου».

– Μια απορία έχω. Γιατί τόσοι γάμοι; Δεν αρκούσε ένας, δύο, έστω τρεις; «Το περίεργο με εμένα ήταν πως όλες ήθελαν να με παντρευτούν. Και είναι περίεργο επειδή ούτε το καλύτερο παιδί ήμουν, ούτε τόσο ανοιχτοχέρης. Δεν λέω. Πάντα με τα δώρα μου. Οχι όμως σπατάλες. Ο πρώτος γάμος όταν ήμουν μόλις 18 και ο τελευταίος, ο πέμπτος, με την Κατερίνα Παπαδημητρίου στη Μύκονο πριν από περίπου 25 χρόνια».

– Εχετε και μια κόρη, το μοναδικό παιδί που έχετε αποκτήσει μετά από τόσους γάμους.«Ναι, τη Μανίτα, που την έκανα με τη Δανάη Κύρου, αργότερα Σωσσίδη. Μετά το διαζύγιό μου με τη Δανάη η Μανίτα έφυγε με τη μητέρα της και εγκαταστάθηκαν στην Αργεντινή με τον επόμενο σύζυγό της, τον Σωσσίδη. Είχα να τη δω από δύο χρονών. Από τη Μανίτα έχω αποκτήσει εγγόνια και δισέγγονα».

– Ποια η διαφορά στις σχέσεις ανάμεσα στη δική σας και τη σημερινή εποχή; «Οσο περνάει ο καιρός οι σχέσεις γίνονται πιο εύκολες. Οπως πιο εύκολα και τα διαζύγια. Θυμάμαι τότε που χώριζα ο παπάς μου έλεγε “πάλι εσείς, τέκνον μου;”».

– Και τα δικά σας διαζύγια; «Πάντα παντρευόμουν στην ακμή του έρωτα. Στην κορύφωσή του. Και όταν τελείωνε ο έρωτας, πάντα τελειώνει κάποια μέρα, τότε έφευγα. Τότε που αρχίζουν να συσσωρεύονται πολλά “σύννεφα”. Τι να κάνω να κάτσω; Να βοηθάω τη γυναίκα μου στην κουζίνα, στο μαγείρεμα και στην καθαριότητα;».

xatzifwtiou__3_
Εκτός από τη θρυλική στήλη που υπέγραφε ως «Ιακχος», διετέλεσε και διευθυντής του «Ταχυδρόμου» την εποχή του Χρήστου Λαμπράκη. Μια λαμπρή πορεία για τον νεαρό με το αγωνιστικό αυτοκίνητο

– Και με την Τζένη την Καρέζη, τι ακριβώς έγινε; «Με την Τζένη χωρίσαμε επειδή σχεδόν δεν βλεπόμασταν. Αλλο το δικό της ωράριο, αλλιώτικο το δικό μου. Οταν εγώ ερχόμουν στο σπίτι να κοιμηθώ, εκείνη σηκωνόταν να πάει σε πρωινό κινηματογραφικό γύρισμα. Μέναμε στο ίδιο σπίτι αλλά δεν βρισκόμασταν. Μόνο στον διάδρομο βρισκόμασταν».

– Πάντα από έρωτα; «Πάντα. Οσες πήρα όλες τις αγάπησα. Πάντα από έρωτα, όχι για το χρήμα. Είχα φιλενάδες από τις πιο πλούσιες οικογένειες της Ευρώπης. Ανάμεσά τους η πριγκίπισσα της Ισπανίας. Περισσότερες από Αγγλία και Γαλλία, λιγότερες από Ελλάδα. Και πάντα ωραίες, καλλίγραμμες. Ας πούμε η Δανάη ήταν τόσο ωραία που ο τότε πρωθυπουργός Σπύρος Μαρκεζίνης την έστειλε στη Νέα Υόρκη με άλλες τρεις, εξίσου όμορφες, όπως η Ντίκη Σιμόνου, να παρελάσουν μαζί με πολλούς ευζώνους για την επέτειο της 25ης Μαρτίου».

Ο Καραμανλής και ο ράφτης στο Μιλάνο

– Θεωρείστε ένας από τους ελάχιστους τόσο κομψά ντυμένους Ελληνες. «Από παιδί είχα μάθει να ντύνομαι πολύ καλά. Αλλωστε ο πατέρας μου ήταν πολύ πλούσιος. Από το 1908 διατηρούσε αποθήκες κάνοντας χονδρεμπόριο υφασμάτων. Μία από τις αποθήκες του ήταν κοντά στην Καπνικαρέα. Τα υφάσματα στο σπίτι τα είχαμε τζάμπα. Ο ράφτης δεν κόστιζε τίποτα. Τότε για να καταλάβεις οι φτωχοί “γυρίζανε” το κοστούμι τους για να φαίνεται καινούριο».

– Τα κοστούμια ήταν φτιαγμένα από συγκεκριμένο ράφτη; «Πριν από πολλά χρόνια ραβόμουνα στο Μιλάνο από έναν σπουδαίο ράφτη, να δεις πώς τον έλεγαν, ξεχνάω τώρα. Μέχρι και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής τα κοστούμια του εκεί τα έραβε. Τον είχε στείλει και συστήσει ο Νάσος Μπότσης της “Απογευματινής”. Αργότερα προμηθευόμουν κοστούμια, σμόκιν και σακάκια από σπουδαίες μπουτίκ στο εξωτερικό. Ενα από τα προνόμια ανθρώπων που είχαν χρήματα και μπορούσαν να ταξιδεύουν στην Ευρώπη».

– Και τα γυαλιά σας με αυτό τον εμβληματικό μεγάλο σκελετό, είναι του Yves Saint Laurent; «Οχι, αλλά από Γαλλία προμηθεύουν αυτούς τους σκελετούς».

– Ποιο είναι αυτό που σας έχει στοιχειώσει μετά από τόσα χρόνια και από τόσες πολλές, άπειρες εμπειρίες; «Ο κίνδυνος! Ο κίνδυνος στον πόλεμο, όταν βλέπεις τον εχθρό να ‘ρχεται καταπάνω σου με γυμνή την ξιφολόγχη. Ακόμα και τώρα έχω σημάδι από την πνευμονία, τότε που είχα πέσει χάμω πάνω σε βρεγμένη άμμο».

– Ο πόλεμος, λοιπόν, τότε που ήσασταν τόσο νέος. «Ούτε 20. Από τους πρώτους που μπήκαμε στο Ρίμινι. Στο σπίτι μου έχω μεγάλη αφίσα που αναφέρεται στην παράδοση του Ρίμινι από τον δήμαρχο της πόλης. Πόσοι ήμασταν; Ούτε 15 φαντάροι. Νομίζω 12. Και πολλούς λέω. Εμείς οι πρώτοι. Τι να πρωτοθυμηθώ τώρα; Τους Γερμαναράδες ελεύθερους σκοπευτές που καταφέρνανε να σκοτώνουν μυρμήγκι από χίλια μέτρα; Ο πόλεμος. Αυτό έχει χαραχτεί στη μνήμη μου. Οι ταξιαρχίες τότε είχαν συγκροτηθεί από παιδιά, από νησιώτες, από Χίο, Λέσβο και Σάμο. Αυτά δεν ξεχνιούνται. Τα έχω γράψει σε δύο-τρία βιβλία μου. Σε ένα από αυτά, με τίτλο “Μονοπάτια του πολέμου”. Νομίζω ότι δεν τυπώνεται πια. Πολλοί το ψάχνουν, αλλά δεν το βρίσκουν».

– Και από άλλες, εκτός του πολέμου, συγκινήσεις; «Η σχέση με τα εγγόνια και τα δισέγγονά μου».

Πριν προλάβω να τον ρωτήσω, ακούω να μιλάει για πολιτική, αριστερούς και κομμουνιστές. «Το 2000 αναγκάστηκα να πουλήσω πέντε σπίτια, ανάμεσά τους τρία στη Μύκονο και ένα στην Κηφισιά. Τι να έκανα; Να τα άφηνα να μου τα φάνε αυτοί που μας διοικούσαν; Οι αριστεροί, οι κομμουνιστές;».

xatzifwtiou__2_

Κείμενο:Δημήτρης Δανίκας

πηγή protothema.gr

error: Content is protected !!